ῥυσίς

Revision as of 17:25, 1 February 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " v.l. " to " v.l. ")

English (LSJ)

ίδος, ἡ, A = ῥῠτόν, v.l. for χρυσίς in Cratin.124.

German (Pape)

[Seite 853] ἡ, = ῥυτόν, φιάλη χρυσῆ, erkl. Ath. XI, 496 e mit einem Beispiel aus Cratin., ῥυσίδι σπένδων, wofür Piers. zu Moeris p. 462 unnöthig χρυσίς schreiben will.

Greek (Liddell-Scott)

ῥῠσίς: -ίδος, ἡ, = ῥῠτόν, εἶδος ποτηρίου, Κρατῖν. ἐν «Νόμοις» 7· ἀλλ’ ὁ Piers. (Μοῖρ. 412) ἀνέγνω χρυσίδι, ἴδε Meineke ἐν τόπῳ.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
είδος ποτηριού, ῥυτόν(

Greek Monolingual

(I)
(ῥύσις), -εως, και ιων. τ. γεν.-ιος, και δωρ.τ. ῥύτις, ἡ, Α
βλ. ῥύση.
(II)
(ῥῦσις), -ύσεως, ἡ, Α
σωτηρία, απελευθέρωση, απαλλαγή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ῥῡ- του ἐρύω (ΙΙ) «προστατεύω» + κατάλ. -σις (πρβλ. θύ-σις, λύ-σις)].