σελίνινος

From LSJ
Revision as of 17:45, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Μισῶ γε μέντοι χὤταν ἐν κακοῖσί τις ἁλοὺς ἔπειτα τοῦτο καλλύνειν θέλῃ → I hate it when someone is caught in the midst of their evil deeds and tries to gloss over them

Sophocles, Antigone, 495-496
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σελῑνῐνος Medium diacritics: σελίνινος Low diacritics: σελίνινος Capitals: ΣΕΛΙΝΙΝΟΣ
Transliteration A: selíninos Transliteration B: selininos Transliteration C: selininos Beta Code: seli/ninos

English (LSJ)

ον, of celery, τράπεζας σελινίνους Tz.ad Lyc.1232 (but σελιγνίας wheaten (acc. pl.) seems prob.: vv.ll. σελινίας, σελινίνας) ; σ. [ἔλαιον] cj. in Sor.2.24 (σελήνου cod.).

German (Pape)

[Seite 870] von Eppich gemacht; τράπεζα, D. L. 3, 2; vgl. D. Hal. 1, 55; Tzetz. Lycophr. 1232.

Greek (Liddell-Scott)

σελίνῐνος: [ῑ], -η, -ον, ὁ ἐκ σελίνου, Λατ. apiaceus, Δίωνος Κ. Ἀποσπ. 3, Τζέτζ. εἰς Λυκόφρ. 1232· ἀλλ’ ὁ Toup εἰς Σουΐδ. προτείνει σεληναῖος, ἔχων τὸ σχῆμα τῆς σελήνης.

Greek Monolingual

-ίνη, -ον, ΜΑ σέλινον
αυτός που αποτελείται από σέλινο.