ζωφόρος

From LSJ
Revision as of 09:20, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Βίου δικαίου γίγνεται τέλος καλόν → Vitae colentis aequa, pulcher exitus → Ein Leben, das gerecht verläuft, das endet schön

Menander, Monostichoi, 67
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζωφόρος Medium diacritics: ζωφόρος Low diacritics: ζωφόρος Capitals: ΖΩΦΟΡΟΣ
Transliteration A: zōphóros Transliteration B: zōphoros Transliteration C: zoforos Beta Code: zwfo/ros

English (LSJ)

ον, (φέρω) = ζωοφόρος.

Greek Monolingual

(I)
ο
βλ. ζωοφόρος (Ι).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζω(ο)- (Ι) + -φόρος (< φέρω), πρβλ. καρπο-φόρος, σημαιο-φόρος.
(II)
η
βλ. ζωοφόρος (ΙΙ).
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ζωοφόρος (ΙΙ)].