ἁρμόττω
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
English (LSJ)
ἁρμοττόντως, Att. for ἁρμόζω, -ζόντως, qq.v.
Greek (Liddell-Scott)
ἁρμόττω: ἁρμοττόντως, Ἀττ. ἀντὶ ἁρμόζω, -ζόντως, ἅ ἴδε.
French (Bailly abrégé)
impf. ἥρμοττον;
c. ἁρμόζω.
Spanish (DGE)
ἁρμοττόντως v. ἁρμόζω.
Greek Monotonic
ἁρμόττω: Αττ. αντί ἁρμόζω.
Russian (Dvoretsky)
ἁρμόττω: = ἁρμόζω.