Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μαγάδης

From LSJ
Revision as of 16:41, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἐμπειρία γὰρ τῆς ἀπειρίας κρατεῖ → Inscitiam etenim vincit experientiaErfahrung überwindet Unerfahrenheit

Menander, Monostichoi, 169

Greek (Liddell-Scott)

μαγάδης: -ου, ὁ, = μάγαδις, Ἀνακρ. (Ἀποσπ. 5) παρ’ Ἀθην. 634C, ἔνθα τὸ μάγαδιν εἶναι ἐναντίον τοῦ μέτρου, καὶ ἐπανορθωτέον, μαγάδην ἐκ τοῦ Πολυδ. Δ΄, 61. Ἀλλὰ παρ’ Ἡσυχ. (ἐν λ. μαγάδεις), μαγάδης αὐλὸς καὶ τῇ μαγάδῃ εἶναι σφάλματα τοῦ ἀντιγραφέως ἀντὶ μάγαδις αὐλὸς καὶ τῇ μαγάδει.

Greek Monolingual

μαγάδης, ὁ (Α)
η μάγαδις.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του μάγαδις σχηματισμένος για μετρικούς λόγους].

German (Pape)

ὁ, αὐλός, bei Hesych. zweifelhaft, aber von Bergk zu Anacr. p. 84 hergestellt und von Meineke frg. com. III p. 179 auch bei Telest. in Ath. XIV.637a.