δεκανικός

From LSJ
Revision as of 14:11, 5 April 2021 by Spiros (talk | contribs)

Μηδέποτε πειρῶ δύο φίλων εἶναι κριτής → Ne recipe amicos inter arbitrium duos → Versuche nie, zu schlichten zweier Freunde Streit

Menander, Monostichoi, 343
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκᾱνικός Medium diacritics: δεκανικός Low diacritics: δεκανικός Capitals: ΔΕΚΑΝΙΚΟΣ
Transliteration A: dekanikós Transliteration B: dekanikos Transliteration C: dekanikos Beta Code: dekaniko/s

English (LSJ)

ή, όν, A of or for a δεκανός 1, PHib.1.30.13 (iii B.C.), 96.21; δεκανικόν, τό, tax for maintenance of δεκανοί, δ. πλοίων BGU1.1 (ii/iii A.D.); δ. ἰχθυομεταβόλων PRyl.196.6 (ii A.D). II of a δεκανός ΙΙ, Paul.Al.C.2.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
I 1milit. subst. ὁ δ. decurión grado militar de rango inferior en la caballería ptolemaica PTeb.815.7.28, 951.1, PHib.30.13, 90.6, 91.15, PPetr.3.114.1 en BL 1.384, BGU 2386.4 (todos III a.C.), SEG 41.963.10 (Éfeso, heleníst.), BGU 1956.5 (III/II a.C.), PTeb.811.14 (II a.C.).
2 subst. τὸ δ. decurional n. de diversos impuestos bajo la responsabilidad de los decuriones (cf. δεκανός I 2) δ. τῶν ἁλιευτικῶν πλοίων Stud.Pal.22.183.38 (II d.C.), cf. BGU 1.1 (II/III d.C.), δ. ἰχθυομεταβόλων PRyl.196.6 (II d.C.).
3 subst. τὸ δ. prisión eclesiástica, Iust.Nou.79.3, Thal.CP Thds.2.
II astrol. de un decano, asignado a un decano (cf. δεκανός II) ἀποτελέσματα ὡροσκόπου Cat.Cod.Astr.8(1).246.26, ἡ δ. διαμόρφωσις Paul.Al.15.4, cf. Sch.Paul.Al.106.6, 107.4.

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM δεκανικός, -ή, -όν) δεκανός
νεοελλ.
χημ. φρ. «δεκανικόν οξύ» — είδος κεκορεσμένου λιπαρού οξέος
αρχ.-μσν.
αστρολ. όποιος ανήκει ή αναφέρεται στον δεκανό ή στους δεκανούς
μσν.
το ουδ. ως ουσ. το δεκανικόν
εκκλησιαστικό δεσμωτήριο
αρχ.
το ουδ. ως ουσ. το δεκανικόν
φόρος για τη συντήρηση τών δεκανών στην Αίγυπτο.