εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων → blessed is our God always, now and ever, and to the ages of ages
Full diacritics: κρεοποιός | Medium diacritics: κρεοποιός | Low diacritics: κρεοποιός | Capitals: ΚΡΕΟΠΟΙΟΣ |
Transliteration A: kreopoiós | Transliteration B: kreopoios | Transliteration C: kreopoios | Beta Code: kreopoio/s |
ὁ, A butcher, ib.
κρεοποιός, ὁ (Α)
κρεοπώλης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρε(ο)- + -ποιός (< ποιῶ), πρβλ. ηθοποιός, φαρμακοποιός.