ληκίνδα

From LSJ
Revision as of 07:50, 24 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")

Ὁ γραμμάτων ἄπειρος οὐ βλέπει βλέπων → Illiterata vita cum oculis caecitas → Wer unkundig im Lesen, sieht und ist doch blind

Menander, Monostichoi, 438
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ληκίνδα Medium diacritics: ληκίνδα Low diacritics: ληκίνδα Capitals: ΛΗΚΙΝΔΑ
Transliteration A: lēkínda Transliteration B: lēkinda Transliteration C: likinda Beta Code: lhki/nda

English (LSJ)

παίζειν, A beat time, tattoo, Luc.Lex.8, A.D.Adv.152.11.

German (Pape)

[Seite 39] παίζειν, ein unbekanntes Spiel, mit Geräusch, Luc. Lexiph. 8; B. A. 562, 18.

Greek (Liddell-Scott)

ληκίνδα: παίζειν, παίζω μὲ χρόνον, κροτῶν τὸν χρόνον, τυμπανίζων, Λουκ. Λεξιφ. 8, Α. Β. 562, 18.

Greek Monolingual

ληκίνδα (Α)
φρ. «ληκίνδα παίζειν» — παίζω με χρόνο, κρατώ τον χρόνο χτυπώντας στο τύμπανο τα δάχτυλα («ὁ δὴ ληκίνδα ἔπαιζεν, ἄλλος ἐρρικνοῦτο σὺν γέλωτι τὴν ὀσφῡν», Λουκιαν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ληκ-του ληκάω + κατάλ. -ίνδα (πρβλ. ελκυστίνδα, κρυπτίνδα). Ο τ. πιθ. < θ. ληκ- του λάσκω (πρβλ. λέ-ληκ-α, παρακμ. του λάσκω)].

Russian (Dvoretsky)

ληκίνδα: adv. прищелкивая: λ. παίζειν Luc. отбивать такт.