βροχικός
From LSJ
τὸν θάνατον τί φοβεῖσθε, τὸν ἡσυχίης γενετῆρα, τὸν παύοντα νόσους καὶ πενίης ὀδύνας → why fear ye death, the parent of repose, who numbs the sense of penury and pain
English (LSJ)
βροχική, βροχικόν, rainy, ζῴδια Cat.Cod.Astr.1.133.21,31.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
lluvioso, que trae lluvia ζῴδια Cat.Cod.Astr.1.133.21, 31.