οὗ δ' ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, σκοτεινός → he on whom Love has laid no hold is obscure | he whom Love touches not walks in darkness
Full diacritics: μεμηκώς | Medium diacritics: μεμηκώς | Low diacritics: μεμηκώς | Capitals: ΜΕΜΗΚΩΣ |
Transliteration A: memēkṓs | Transliteration B: memēkōs | Transliteration C: memikos | Beta Code: memhkw/s |
v. μηκάομαι.
v. μηκάομαι.
μεμηκώς: ἴδε ἐν λ. μηκάομαι.
see μηκάομαι.
μεμηκώς: μτχ. παρακ. του μηκάομαι.
μεμηκώς: part. pl. к μηκάομαι.