ἀκρόθι
From LSJ
Βέλτιόν ἐστι σῶμά γ' ἢ ψυχὴν νοσεῖν → It is better to be sick in respect to the body than in respect to the soul → Deterior animi morbus es quam corporis → Am Körper krank zu sein ist besser als an der Seel'
English (LSJ)
Adv. at the end, c. gen., νυκτός Arat.308.
Spanish (DGE)
adv. al final c. gen. νυκτός Arat.308.
German (Pape)
[Seite 83] νυκτός, Arat. 308, am Ende der Nacht.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκρόθι: ἐπίρρ., κατὰ τὴν ἀρχήν, μ. γεν. νυκτός, Ἄρατ. 308.
Greek Monolingual
ἀκρόθι επίρρ. (Α) ἄκρα
στην άκρη, στην αρχή ή στο τέλος
«ἀκρόθι νυκτός» — κατά το τέλος της νύχτας.