ἀνδριαντοεργάτης
From LSJ
Aristotle, Nicomachean Ethics, 5.30
English (LSJ)
ον, ὁ, = ἀνδριαντοποιός, Tz. H.10.268.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ escultor Tz.H.10.261.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνδριαντοεργάτης: -ου, ὁ = ἀνδριαντοποιός, Τζέτζ. Ἱστ. 10. 268.
Full diacritics: ἀνδριαντοεργάτης | Medium diacritics: ἀνδριαντοεργάτης | Low diacritics: ανδριαντοεργάτης | Capitals: ΑΝΔΡΙΑΝΤΟΕΡΓΑΤΗΣ |
Transliteration A: andriantoergátēs | Transliteration B: andriantoergatēs | Transliteration C: andriantoergatis | Beta Code: a)ndriantoerga/ths |
ον, ὁ, = ἀνδριαντοποιός, Tz. H.10.268.
-ου, ὁ escultor Tz.H.10.261.
ἀνδριαντοεργάτης: -ου, ὁ = ἀνδριαντοποιός, Τζέτζ. Ἱστ. 10. 268.