γλύκασμα

From LSJ
Revision as of 08:20, 15 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="bibl">LXX" to "<span class="bibl">LXX")

Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit

Menander, Monostichoi, 479
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γλῠκασμα Medium diacritics: γλύκασμα Low diacritics: γλύκασμα Capitals: ΓΛΥΚΑΣΜΑ
Transliteration A: glýkasma Transliteration B: glykasma Transliteration C: glykasma Beta Code: glu/kasma

English (LSJ)

ατος, τό, sweetness, LXX Pr.16.24, al.; sweet wine, ib.Ne.8.10, al.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
1 dulzor fig. de las palabras, LXX Pr.16.24.
2 vino dulce LXX 1Es.9.51.

Greek (Liddell-Scott)

γλύκασμα: -ατος, τό, γλυκύτης, γλυκὺ πρᾶγμα, Ἑβδ. (Παροιμ. ις΄, 24 κ. ἀλλ.).

Greek Monolingual

το (AM γλύκασμα) γλυκάζω
1. γλυκύτητα
2. γλυκό κρασί
νεοελλ.
1. καταπράυνση
2. (για τον καιρό) βελτίωση
3. τα γλυκάσματα
πολτώδη φαρμακευτικά παρασκευάσματα από φυτά.