ἀντίπλαστος
From LSJ
Καλὸν τὸ γηρᾶν καὶ τὸ μὴ γηρᾶν πάλιν → Res pulchra senium, pulchra non senescere → Schön ist das Altsein, doch nicht alt sein wieder auch
English (LSJ)
ἀντίπλαστον, lit. similarly formed; generally, like, νόμος S.Fr. 284.
Spanish (DGE)
-ον
equivalente a c. gen. τὸν ἀντίπλαστον νόμον ἔχει κεκμηκότων está sometido a la ley que corresponde a los muertos S.Fr.284.
German (Pape)
[Seite 258] gleichgebildet, ähnlich, Soph. frg. 268.
Russian (Dvoretsky)
ἀντίπλαστος: такой же, одинаковый (νόμος Soph.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀντίπλαστος: -ον, = ἰσόπλαστος, ὅμοιος, Σοφ. Ἀποσπ. 268 (Ἡσύχ. ἐν λέξει).
Greek Monolingual
ἀντίπλαστος, -ον (Α)
πλασμένος απ' το ίδιο υλικό, όμοιος.