ἀκρωρεῖται
English (LSJ)
οἱ, inhabitants of mountain ridges, Hdn.Gr.2.869.
Greek Monolingual
ἀκρωρεῖται οι (Α)
ἀκρώρεια
αυτοί που κατοικούν στις ακρώρειες.
οἱ, inhabitants of mountain ridges, Hdn.Gr.2.869.
ἀκρωρεῖται οι (Α)
ἀκρώρεια
αυτοί που κατοικούν στις ακρώρειες.