διασφετερίζομαι
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
English (LSJ)
A f.l. for σφετερίζομαι, Ph.2.130.
German (Pape)
[Seite 605] verstärktes simplex, Philo.
Greek (Liddell-Scott)
διασφετερίζομαι: ἐπιτεταμ. σφετερίζομαι, Φίλων 2. 130.