ὑφηγητικός

From LSJ
Revision as of 10:56, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἀεὶ δ' ἀρέσκειν τοῖς κρατοῦσιν → always try to please your masters, always be obsequious to the masters

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑφηγητικός Medium diacritics: ὑφηγητικός Low diacritics: υφηγητικός Capitals: ΥΦΗΓΗΤΙΚΟΣ
Transliteration A: hyphēgētikós Transliteration B: hyphēgētikos Transliteration C: yfigitikos Beta Code: u(fhghtiko/s

English (LSJ)

ὑφηγητική, ὑφηγητικόν, fitted for guiding, οἱ ὑ. διάλογοι Plato's expository dialogues, opp. οἱ ζητητικοί, D.L.3.49. Adv. ὑφηγητικῶς Poll.4.42.

German (Pape)

ή, όν, zum Wegweisen, Anführen, Anleiten gehörig, geschickt, DL. 3.49.

Russian (Dvoretsky)

ὑφηγητικός: наставительный (διάλογοι Diog. L.).

Greek (Liddell-Scott)

ὑφηγητικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς ἀφήγησιν, οἱ ὑφ. διάλογοι, οἱ ἐξηγητικοὶ ἢ διδακτικοὶ τοῦ Πλάτωνος διάλογοι κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τοὺς ζητητικούς, Διογ. Λ. 3. 49. ― Ἐπίρρ. ὑφηγητικῶς, ἐξηγητικῶς, Πολυδ. Δ΄, 42.

Greek Monolingual

-ή, -ό / ὑφηγητικός, -ή, -όν, ΝΑ ὑφηγητής
νεοελλ.
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον υφηγητή ή στην υφηγεσία
αρχ.
1. ο κατάλληλος να καθοδηγεί, να κατευθύνει
2. φρ. «οἱ ὑφηγητικοι διάλογοι»
(ενν. του Πλάτωνος) οι ερμηνευτικοί, εξηγητικοί διάλογοι, σε αντιδιαστολή προς τους ζητητικούς (Διογ. Λαέρ.).
επίρρ...
ὑφηγητικῶς Α
με εξηγητικό τρόπο.