τερατοτόκος

From LSJ
Revision as of 09:54, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_10)

κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)

Source

German (Pape)

[Seite 1093] eine Mißgeburt zur Welt bringend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τερᾰτοτόκος: ἡ, ἡ τέρας τεκούσα, Θεοφυλ. Σιμοκ. Ἱστ. σ. 144, ἐν τέλ., Νικηφ. Καλλίστ. Ἐκκλ. Ἱστορ. τ. 2, σελ. 854C.