ἀντεπινοέω
From LSJ
Ἡμερὶ πανθέλκτειρα, μεθυτρόφε, μῆτερ ὀπώρας ... → All-soothing vine, nurse of the wine, vintage's mother ... (Anthologia Palatina 7.24.1)
English (LSJ)
devise in turn, Ael.NA6.23, J.AJ10.8.1: c. inf., App.BC4.109.
Spanish (DGE)
idear, imaginar contra κοῖλα ὑποδήματα contra los escorpiones, Ael.NA 6.23, ἀντιμηχανήματα πρὸς πάντα τὰ παρ' ἐκείνων I.AI 10.132, c. inf. ἀποτεμέσθαι τὰ φρούρια τὸν Ἀντώνιον App.BC 4.109.
German (Pape)
[Seite 247] dagegen aussinnen, Ael. H. A. 6, 23; Ios.
French (Bailly abrégé)
ἀντεπινοῶ :
imaginer à son tour ou par contre.
Étymologie: ἀντί, ἐπινοέω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντεπινοέω: ἐπινοῶ καὶ ἐγὼ ἀφ’ ἑτέρου, Αἰλ. π. Ζ. 6. 23, Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰ. 10. 8, 1.