διαμεμαστιγωμένην καὶ οὐλῶν μεστὴν ὑπὸ ἐπιορκιῶν καὶ ἀδικίας → striped all over with the scourge, and a mass of wounds, the work of perjuries and injustice
Full diacritics: σκάφαλος | Medium diacritics: σκάφαλος | Low diacritics: σκάφαλος | Capitals: ΣΚΑΦΑΛΟΣ |
Transliteration A: skáphalos | Transliteration B: skaphalos | Transliteration C: skafalos | Beta Code: ska/falos |
ἀντλητήρ, Hsch.
[Seite 890] erkl. Hesych. durch ἀντλητήρ.
σκάφαλος: ὁ, (σκᾰφή) καδίσκος πρὸς ἄντλησιν ὕδατος, «κουβᾶς», «ἀντλητήρ» Ἡσύχ.