συνδιαπονέω
From LSJ
λύχνον μεθ᾿ ἡμέραν ἅψας περιῄει λέγων “ἄνθρωπον ζητῶ” → He lit a lamp in broad daylight and said, as he went about, “I am looking for a human”
English (LSJ)
A continue to work together, μετά τινος Pl. Sph.218b; περί τι Id.Lg.842e.
German (Pape)
[Seite 1007] mit od. zugleich ausarbeiten, eine Arbeit vollenden; Plat. Legg. VIII, 842 e; μετά τινος, mit Einem arbeiten, sich üben, Soph. 318 b; u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
συνδιαπονέω: διαπονῶ ὁμοῦ, συγκοπιάζω, συνεργάζομαι, μετά τινος Πλάτ. Σοφιστ. 218Β· περί τινος ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 842Ε.