ὦ θάνατε, σωφρόνισμα τῶν ἀγνωμόνων → o death, chastener of the foolish | ο death, warning to the arrogant
[Seite 479] ep. = γελοῖος, Il. 2, 215, ἅπαξ εἰρημ.
épq. c. γελοῖος.