τρίλιθος
From LSJ
τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)
German (Pape)
[Seite 1144] von, mit drei Steinen, bes. Edelsteinen, Gloss.
Greek (Liddell-Scott)
τρίλῐθος: -ον, ὁ ἐκ τριῶν λίθων, Γλωσσ.· - τὸ τρίλιθον, ναός τις (ἐν Ἡλιουπόλει, Bâlbec) ἔχων κίονας πελωρίους, ὧν ἕκαστος σύγκειται ἐκ τριῶν λίθων, «κατέλυσε δὲ καὶ τὸ ἱερὸν Ἡλιουπόλεως τὸ μέγα καὶ περιβόητον τὸ λεγόμενον τρίλιθον» Ἰω. Μαλάλ. σ. 344, 22, Χρον. Πασχάλ. σ. 303D, κλπ.