καταμαλάσσω
ἐπάμεροι· τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος → Neverlasting: What is a somebody? What is a nobody? You are a dream of a shadow | Creatures of a day. What is a someone, what is a no one? Man is the dream of a shade.
English (LSJ)
Att. καταμαλάττω,
A soften, σώματα ἐλαίῳ Luc.Anach.24: metaph., appease, Id.JTr.24, Ach.Tat.6.19; τοῦ θυμοῦ τὸ φλεγμαῖνον Hld.7.21.
German (Pape)
[Seite 1362] erweichen, Luc. de gymn. 24; übertr., rühren, besänftigen, τοὺς ἀνέμους Luc. lov. Trag. 24; τοῦ θυμοῦ τὸ φλεγμαῖνον Heliod. 7, 11.
Greek (Liddell-Scott)
καταμᾰλάσσω: Ἀττ. -ττω, πολὺ μαλάσσω, μαλακώνω, κάμνω τι διὰ τῆς ἀλοιφῆς καὶ τῆς τριβῆς μαλακόν, χρίομεν… σώματα ἐλαίῳ καὶ καταμαλάττομεν, ὡς ἐντονώτερα γίγνοιτο Λουκ. Γυμν. 24· μεταφ., πραΰνω, αὐτόθι ἐν Διΐ Τραγ. 24, Ἀχιλλ. Τάτ. 6. 19, κτλ.· τοῦ θυμοῦ τὸ φλεγμαῖνον Ἡλιόδ. 7. 11.