ἐπιμείλια
From LSJ
English (LSJ)
A v. μείλια.
German (Pape)
[Seite 960] Mitgift, aristarchische Lesart Iliad. 9, 147 ἐγὼ δ' ἐπιμείλια δώσω πολλὰ μάλα und 9, 289 ὁ δ' αὖτ' ἐπιμείλια δώσει πολλὰ μάλα; Apollodor und Alexion lasen getrennt ἐπὶ μείλια, s. Scholl. Herodian. 9, 147 und Lehrs Aristarch. ed. 2 p. 110.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιμείλια: ἴδε ἐν λ. μείλια.