Δήλιος

From LSJ
Revision as of 19:37, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_1)

τὸ ὅλον τόδε ποσαπλάσιον τοῦδε γίγνεται → how many times greater is this whole sum than that one

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Δήλιος Medium diacritics: Δήλιος Low diacritics: Δήλιος Capitals: ΔΗΛΙΟΣ
Transliteration A: Dḗlios Transliteration B: Dēlios Transliteration C: Dilios Beta Code: *dh/lios

English (LSJ)

Dor. Δάλιος, α, ον, also ος, ον E.Tr.89:—

   A Delian, A.Eu. 9, etc.: ὁ Δ., name of Apollo, S.Aj.704, Th.1.13; τοῖς Δηλίοις καὶ ταῖσι Δηλίαισι, the gods and goddesses worshipped at Delos, Ar.Th. 334:—Δήλιος, ὁ, a Delian, Hdt.4.33, etc.:—also Δηλιεύς, IG12(7).50 (Amorgos):—fem. Δηλιάς, άδος, ἡ, Delian woman, κοῦραι Δ. h.Ap.157, cf. E.HF687: with neut. Subst., Δηλιάσιν γυάλοις cj. in Id.IT1235:—Adj. Δηλιακός, ή, όν, χορός Th.3.104; πλοῖον Plu.2.786f.    II Δηλιὰς θεωρία mission sent to Delos every fourth year, Philoch.158:—hence Δηλιασταί, οἱ, members of this θεωρία, Lycurg. Fr.80, Herodicusap.Ath.6.234e, Harp., Hsch.    III Δήλιον, τό, precinct of Apollo Δ., Herodicus l.c., Schwyzer688 A7 (Chios, v B. C.), etc.    IV Δήλια (sc. ἱερά), τά, festival of Apollo at Delos, Th.3.104, X.Mem.4.8.2; also at Tanagra, etc., SIG319.16, etc.

Greek (Liddell-Scott)

Δήλιος: -α, -ον, ὡσαύτως ος, ον, ὁ ἐκ Δήλου, τραγ., κτλ.·―ὁ Δήλιος, ὄνομα τοῦ Ἀπόλλωνος, Σοφ. Αἴ. 704, Θουκ. 1. 13· τοῖς Δηλίοις καὶ ταῖς Δηλίαις, εἰς τοὺς θεοὺς καὶ τὰς θεάς, ὅσοι ἐν Δήλῳ λατρεύονται, Ἀριστοφ. Θεσμ. 334·―Δήλιος, ὁ, ὁ ἐκ Δήλου, Ἡρόδ., κτλ.· ἰδιότροπον θηλ. Δηλιάς, άδος, ἡ, γυνὴ ἐκ Δήλου, κοῦραι Δ. Ὕμν. Ὁμ εἰς Ἀπόλλ. 157, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 687· ὡσαύτως ὡς ἐπίθ. μετ᾽ οὐδετ. οὐσιαστ., Δηλιάσιν γυάλοις, κατὰ Seidl. ἐν Εὐρ. Ι. Τ. 1235. ΙΙ. ἡ Δηλιὰς (ἐνν. ναῦς), τὸ πλοῖον, ὅπερ ἔφερε τὸν Θησέα εἰς Κρήτην, ὅτε καὶ ἐθανάτωσε τὸν Μινώταυρον. Εἰς ἀνάμνησιν τούτου πλοῖον ἐπέμπετο κατὰ πᾶν τέταρτον ἔτος μετὰ θεωρῶν εἰς τὸν Δήλιον Ἀπόλλωνα· ἴδε θεωρίς, θεωρός, πρβλ. Πλάτ. Φαίδ. 58, Βοίκχ. Ath. Staatsh. 1. 286 κἑξ. οἱ θεωροὶ οὗτοι ἐκαλοῦντο Δηλιασταί, Ἀθήν. 234Ε, Ἁρποκρ., Ἡσύχ. ΙΙΙ. τὰ Δήλια (ἐνν. ἱερά), ἡ κατὰ πᾶν τέταρτον ἔτος ἀγομένη ἑορτὴ τοῦ Ἀπόλλωνος ἐν Δήλῳ (ἴδε ἀνωτ. ΙΙ), Θουκ. 3. 104, Ξεν. Ἀπομν. 4. 8. 2.

French (Bailly abrégé)

α ou ος, ον :
de Délos ; οἱ Δήλιοι les habitants de Délos ; ὁ Δήλιος le dieu de Délos (Apollon).
Étymologie: Δῆλος.