Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κάναδοι

From LSJ
Revision as of 06:39, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (19)

Θησαυρός ἐστι τοῦ βίου τὰ πράγματα → Non est thesaurus vitae nisi negotia → Des Lebensgutes Schatz erwächst aus Tätigkeit

Menander, Monostichoi, 235
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κάναδοι Medium diacritics: κάναδοι Low diacritics: κάναδοι Capitals: ΚΑΝΑΔΟΙ
Transliteration A: kánadoi Transliteration B: kanadoi Transliteration C: kanadoi Beta Code: ka/nadoi

English (LSJ)

σιαγόνες, γνάθοι, Hsch. καναδόκα· Χείλη ὀϊστοῦ (Lacon.), Id.; cf. κανδόχα.

Greek (Liddell-Scott)

κάναδοι: «σιαγόνες, γνάθοι» (Μακεδ.) Ἡσύχ.

Greek Monolingual

κάναδοι, οἱ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «σιαγόνες, γνάθοι».
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Ίσως συνδέεται με το γνάθος, ενώ κατ' άλλους αποτελεί συντετμημένο ή και εσφαλμένο τ. τών καναδόκα, κανδόχα.