σαόμβροτος

From LSJ
Revision as of 12:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (36)

πρῶτον μὲν οὖν ὄστρεια παρὰ Νηρεῖ τινι ἰδὼν γέροντι φυκί ἠμφιεσμένα ἔλαβον ἐχίνους τ' ἐστὶ γὰρ προοίμιον δείπνου χαριέντως ταῦτα πεπρυτανευμένου → So first I spotted oysters wrapped in seaweed at the shop of some old Nereus, and sea urchins, which I bought; these were the appetizers for a delightfully managed dinner

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σᾰόμβροτος Medium diacritics: σαόμβροτος Low diacritics: σαόμβροτος Capitals: ΣΑΟΜΒΡΟΤΟΣ
Transliteration A: saómbrotos Transliteration B: saombrotos Transliteration C: saomvrotos Beta Code: sao/mbrotos

English (LSJ)

ον,

   A preserving mortals, Procl.H.7.40.

German (Pape)

[Seite 861] = σαοσίμβροτος, Procl. H. in Minerv. 40, richtigere Form als das Vorige.

Greek (Liddell-Scott)

σαόμβροτος: -ον, ὁ σῴζων τοὺς βροτούς, Πρόκλ. Ὕμν. εἰς Ἀθην. 40.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που φυλάγει τους ανθρώπους ώστε να είναι σώοι και υγιείς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάος / σῶς «σώος» + -μβροτος (< βροτός «θνητός» < μρατός, βλ. λ. βροτός), πρβλ. θελξί-μβροτος, τερψί-μβροτος)].