ψιμυθίζω
From LSJ
Cicero, Tusculanarum Disputationum, I.45.109
Full diacritics: ψιμυθίζω | Medium diacritics: ψιμυθίζω | Low diacritics: ψιμυθίζω | Capitals: ΨΙΜΥΘΙΖΩ |
Transliteration A: psimythízō | Transliteration B: psimythizō | Transliteration C: psimythizo | Beta Code: yimuqi/zw |
A = ψιμυθιόω, paint with white lead, Zonar.
[Seite 1400] = ψιμυθόω, ψιμυθιόω, mit Bleiweiß schminken.
ψιμῠθίζω: μελλ. Ἀττ. -ιῶ, = ψιμυθιόω, διὰ ψιμυθίου καλλωπίζω, «φυκιασιδώνω», Ζωναρ. Λεξ. σ. 1874.
ΜΑ, και ψιμμυθίζω Α ψίμυθος
ψιμυθιώνω.