Διπόλεια

From LSJ
Revision as of 19:52, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_2)

ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κἀρεθίζῃ → may no one squeeze me and tease me like a wasp | may no one smoke me and tease me like a wasp | but if anyone annoys me and rifles my nest, they'll find a wasp inside | still if you wake a wasps' nest then of wasps you must beware

Source

Greek (Liddell-Scott)

Δῑπόλεια: ἢ Διπόλια, τά, συνῃρ. ἐκ τοῦ Διϊπ-, παλαιά τις ἑορτὴ τοῦ Διὸς τοῦ Πολιέως ἐν Ἀθήναις, Ἀριστοφ. Εἰρ. 420, Ἀντιφ. 120. 10. ― Τὰ χ/φα καὶ οἱ Γραμμ. ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ παρέχουσι τὸν ἀσυναίρετον τύπον Διιπ-· ἀλλ’ ὁ συνῃρ. Διπ- διατηρεῖται ὑπὸ τοῦ Χοιροβ. ἐν Ἀν. Ὀξ. 2. 192, Α. Β. 91. Τὸν τύπον Διπόλεια ἀπαιτεῖ τὸ μέτρον παρ’ Ἀριστοφ. ἔνθ’ ἀνωτ.· ἀλλὰ τὸ Διπολιώδης εἶναι ἀναγκαῖον ἐν Νεφ. 981. Παλαιαὶ Ἀττικ. ἐπιγρ. παρέχουσι τὸν τύπον Διπολίεια, Meisterh σ. 55.

French (Bailly abrégé)

ων (τά) :
les Dipolies, fête athénienne en l’honneur de Zeus Polieus.
Étymologie: Διός, πολιεύς.