ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you
μιαρωσύνη: ἡ, μιαρία, μιαρότης, μιαρωσύνης νομιζομένης τῆς προτέρας ἱερωσύνης Θ. Βαλσ. ἐν Συντ. καν. τ. 4, σ. 474.
μιαρωσύνη, ἡ (Μ) μιαρόςμιαρότητα, ανοσιότητα, ανιερότητα.