ἀναθετέον
Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter
English (LSJ)
(ἀνατίθημι)
A one must put off, Pl.Lg.935e; ἀ. τὴν ἄμυναν εἰς τὸν χρόνον Plu.2.817c. II one must ascribe, τίτινι Pl.Mx.240e.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναθετέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἀνατίθημι· δεῖ ἀνατιθέναι, πρέπει νὰ ἀναβάλλῃ τις, Πλάτ. Νόμ. 935Ε. II. = ἀποδοτέον, πρέπει τις ν’ ἀποδίδῃ ἢ ν’ ἀποδώσῃ, τί τινι ὁ αὐτ. Μενέξ. 240Ε.
Spanish (DGE)
I c. ac. y dat.
1 hay que consagrar o dedicar τῷ θεῷ τὴν ἰδίαν ἀ. ἰσχύν Cyr.Al.M.72.204A.
2 hay que imputar o atribuir τῶν ἐνδείων ἃς ... τοῖς δημιουργοῦσιν ἀ. Hp.de Arte 8, τὰ μὲν οὖν ἀριστεῖα τῷ λόγῳ ἐκεῖνοις ἀ. Pl.Mx.240e, cf. Plot.4.4.31.
II sólo c. ac. hay que diferir τοῦτο μὲν οὖν οὐδαμῶς ἀ. Pl.Lg.935e, ἀ. οὖν τὴν ἄμυναν εἰς τὸν χρόνον Plu.2.817c.