ἀπεναντίως
From LSJ
Οὐ λύσῃς, ὦ ξένε, τόν ἐν τῆ οἰκία φίλον; (Ου λύσης, ω ξένε, τον εν τη οικία φίλον) → Won't you release the friend?
German (Pape)
[Seite 286] dasselbe, Luc. Nigr. 36.
French (Bailly abrégé)
adv.
contrairement à, τινι.
Étymologie: ἀπεναντίον.
Russian (Dvoretsky)
ἀπεναντίως: Luc. = ἀπεναντίον (v. l. ὑπεναντίως).