καιροτηρησία

From LSJ
Revision as of 07:20, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (18)

Κέρδος πονηρὸν μηδέποτε βούλου λαβεῖν → Ex non honesto lucra sectari cave → Hab nie den Wunsch, unredlichen Gewinn zu ziehn

Menander, Monostichoi, 288
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καιροτηρησία Medium diacritics: καιροτηρησία Low diacritics: καιροτηρησία Capitals: ΚΑΙΡΟΤΗΡΗΣΙΑ
Transliteration A: kairotērēsía Transliteration B: kairotērēsia Transliteration C: kairotirisia Beta Code: kairothrhsi/a

English (LSJ)

ἡ, Aristeas270.

Greek Monolingual

καιροτηρησία, ἡ (Α)
ο καιροσκοπισμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καιρός + -τηρησία (< -τηρητής < τηρῶ), πρβλ. τοπο-τηρησία].