καιροτηρησία

From LSJ

Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνάμεθα → Ut quimus, haud ut volumus, aevum ducimus → nicht wie wir wollen, sondern können, leben wir

Menander, Monostichoi, 190
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καιροτηρησία Medium diacritics: καιροτηρησία Low diacritics: καιροτηρησία Capitals: ΚΑΙΡΟΤΗΡΗΣΙΑ
Transliteration A: kairotērēsía Transliteration B: kairotērēsia Transliteration C: kairotirisia Beta Code: kairothrhsi/a

English (LSJ)

ἡ, v. sub καιροτηρέω, Aristeas270.

Greek Monolingual

καιροτηρησία, ἡ (Α)
ο καιροσκοπισμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καιρός + -τηρησία (< -τηρητής < τηρῶ), πρβλ. τοποτηρησία].