ἀλφιτοσκόπος
From LSJ
English (LSJ)
ὁ,
A = ἀλφιτόμαντις, Hsch. (-σκόπαι cod.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀλφῐτοσκόπος: ὁ, = ἀλφιτόμαντις, Ἡσύχ.
Full diacritics: ἀλφῐτοσκόπος | Medium diacritics: ἀλφιτοσκόπος | Low diacritics: αλφιτοσκόπος | Capitals: ΑΛΦΙΤΟΣΚΟΠΟΣ |
Transliteration A: alphitoskópos | Transliteration B: alphitoskopos | Transliteration C: alfitoskopos | Beta Code: a)lfitosko/pos |
ὁ,
A = ἀλφιτόμαντις, Hsch. (-σκόπαι cod.).
ἀλφῐτοσκόπος: ὁ, = ἀλφιτόμαντις, Ἡσύχ.