Εἰ θνητὸς εἶ, βέλτιστε, θνητὰ καὶ φρόνει → Mortalis quum sis, intra mortalem sape → Bist sterblich du, mein Bester, denk auch Sterbliches
Menander, Monostichoi, 173German (Pape)
[Seite 982] dasselbe, ἐκ μετώπου ἱδρὼς πιδύων στῆθος ἐπισταλάει Leon. Tar. 47 (IX, 322).
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
c. ἐπισταλάζω.
Étymologie: ἐπί, σταλάω.
Greek Monotonic
ἐπισταλάω: πέφτω σε σταγόνες επάνω σε, με αιτ., σε Ανθ.