καθεστηκώς
From LSJ
Θεὸς συνεργὸς πάντα ποιεῖ ῥᾳδίως → Rem facile quamvis peragit adiutor deus → Wirkt Gott als unser Partner, macht er alles leicht
French (Bailly abrégé)
υῖα, ός;
part. pf. de καθίστημι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
καθεστηκώς -υῖα -ός ptc. perf. act. zie καθίστημι (καθίσταμαι).