οἰωνιστήριον

From LSJ
Revision as of 12:08, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (28)

Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft

Menander, Monostichoi, 487
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰωνιστήριον Medium diacritics: οἰωνιστήριον Low diacritics: οιωνιστήριον Capitals: ΟΙΩΝΙΣΤΗΡΙΟΝ
Transliteration A: oiōnistḗrion Transliteration B: oiōnistērion Transliteration C: oionistirion Beta Code: oi)wnisth/rion

English (LSJ)

τό,

   A place for watching the flight of birds, D.H. 1.86.    II omen or token, X.Ap.12.

Greek (Liddell-Scott)

οἰωνιστήριον: τό, τόπος ἐξ οὗ παρετήρουν τὴν πτῆσιν πτηνῶν καὶ ἐμαντεύοντο, Λατ. templum augurale, Διον Ἁλ. 1.86. ΙΙ. οἰωνὸς ἢ σημεῖον, Ξεν. Ἀπολ. 12.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
augure tiré du vol des oiseaux, présage.
Étymologie: οἰωνίζομαι.

Greek Monolingual

οἰωνιστήριον, τὸ (Α)
1. τόπος όπου άκουγαν τις κραυγές και παρακολουθούσαν το πέταγμα τών πουλιών για να προβλέψουν τα μελλούμενα («ἦν δὲ Ῥωμύλῳ μὲν οἰωνιστήριον τὸ Παλλάντιον», Δίον. Αλ.)
2. προφητικό σημάδι, προμήνυμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰωνίζομαι + επίθηματήριον (πρβλ. σωφρονισ-τήριον)].