προμήνυμα
From LSJ
Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont
German (Pape)
[Seite 734] τό, die vorhergängige Anzeige, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
προμήνῡμα: τό, πρότερον μήνυμα, Ἰω. Χρυσ. τ. 6, σ. 749, 4.
Greek Monolingual
το, Ν προμηνύω
1. προειδοποιητικό μήνυμα, προάγγελμα («προμήνυμα πολέμου»)
2. μαντική προαίσθηση, οιωνός («κακά προμηνύματα»).