μελιτίτης
From LSJ
κρείσσων γὰρ ἦσθα μηκέτ' ὢν ἢ ζῶν τυφλός → thou wert better not alive, than living blind | you were better not alive, than living blind
English (LSJ)
[τῑ] οἶνος, ὁ,
A wine prepared with honey, Dsc.5.7. II μ. λίθος honey-stone, ib.133, Gal.12.195, Plin.HN36.140 (v.l.).
Greek (Liddell-Scott)
μελῐτίτης: οἶνος [ῑ], ὁ, οἶνος παρεσκευασμένος μετὰ μέλιτος, Λατ. vinum mulsum, Διοσκ. 5. 15. ΙΙ. μ. λίθος, εἶδος πολυτίμου λίθου, αὐτόθι 151, Πλίν. 36. 33.