ὅττι
From LSJ
Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan
English (LSJ)
Ep. for ὅτι (q. v.); also Ep. for ὅ τι, neut. of ὅστις (q. v.).
Greek (Liddell-Scott)
ὅττῐ: Ἐπικ. ἀντὶ ὅτι (σύνδεσμ.), Ὅμ. καὶ Ἡσ.
French (Bailly abrégé)
ion. et épq. c. ὅτι, ou neutre poét. de ὅστις.
English (Autenrieth)
(neut. of ὅστις): (1) conj., that because (quod).—(2) adv., strengthening superlatives, ὅττι τάχιστα, as quickly as possible, Il. 4.193. ;;: see ὅστις.
see ὅστις.
see ὅτι.
Greek Monotonic
ὅττι: Επικ. αντί ὅ τι, ουδ. του ὅστις, οτιδήποτε.
• ὅττῐ: Επικ. αντί ὅτι (σύνδ.), ότι, επειδή.