ἀπὸ λεπτοῦ μίτου τὸ ζῆν ἤρτηται → life hangs by a thin thread
[Seite 1] p. für ἄσχετος, z. B. Il. 5, 892.
ος, ον :c. ἄσχετος.
lengthened form of ἀσχετος.
v. ἄσχετος.
ἀάσχετος: Hom. v. l. = ἄσχετος.