δημαίτητος

From LSJ
Revision as of 07:03, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (9)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds

Source

German (Pape)

[Seite 561] vom Volke gefordert, Synes.

Greek (Liddell-Scott)

δημαίτητος: -ον, ὁ ὑπὸ τοῦ λαοῦ αἰτούμενος, ὁ ἀρχιερεὺς ὀφείλει εἶναιθεαίτητοςδημαίτητος Συνέσ. 174Β.

Spanish (DGE)

-ον
que es objeto de ruegos por parte del pueblo, por el cual ruega el pueblo αὐτὸς ὑπὲρ τοῦ σωθῆναι δεῖται γενέσθαι δ. él es el que necesita que el pueblo ruegue por su salvación Synes.Ep.13.

Greek Monolingual

δημαίτητος, -ον (Α)
αυτός τον οποίο ζητάει ο λαός («ὁ ἀρχιερεὺς ὀφείλει εἶναι ἤ Θεαίτητος ἤ δημαίτητος» — ο αρχιερεύς οφείλει να είναι ή θεοπρόβλητος ή λαοπρόβλητος).
[ΕΤΥΜΟΛ. < δήμος + αιτώ «ζητώ»].