ὁ λαγὼς τὸν περὶ τῶν κρεῶν τρέχει → save one's bacon, save one's neck, save one's skin
το1. είδος σουπιάς2. τόπος άγριος και χέρσος.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αγριάδα < μτγν. επίθ. ἀγριάς.