καμπυλόεις
From LSJ
Χρόνος δ' ἀμαυροῖ πάντα κεἰς λήθην ἄγει → Diesque celat omnia atque oblitterat → Die Zeit verdunkelt alles, gibt's dem Vergessen preis
English (LSJ)
εσσα, εν, poet. for
A καμπύλος, ἴτυς AP6.28 (Jul.Aegypt.).
German (Pape)
[Seite 1319] εσσα, εν, = καμπύλος, ἴτυς ἀγκίστρων Iul. Aeg. 6 (VI, 28).
Greek (Liddell-Scott)
καμπῠλόεις: εσσα, εν, ποιητ. ἀντὶ καμπύλος, καμπυλόεσσαν ἴτυν Ἀνθ. Π. 6. 28.