καὶ ἥ γε ἀνία τὸ ἐμποδίζον τοῦ ἰέναι → sorrow is that which hinders motion
καταχρώζω: τῷ ἑπομένῳ.
c. καταχρώννυμι.Étymologie: κατά, χρῴζω.