ὀρνεόμαντις
From LSJ
Ἡ πενία δ' ἀγνώμονάς γε τοὺς πολλοὺς ποιεῖ → Immemores beneficiorum gignit inopia → Die Armut macht die meisten rücksichtslos und hart
English (LSJ)
εως, ὁ, = Lat.
A augur or auspex, Sch.Ar.Av.718.
German (Pape)
[Seite 382] ὁ, der Vogelwahrsager, der Vogelzeichendeuter, Schol. Ar. Av. 718.
Greek (Liddell-Scott)
ὀρνεόμαντις: ὁ, τὸ Λατιν. auspex, ὁ διὰ τῶν ὀρνέων μαντευόμενος, οἰωνοσκόπος, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 718. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 537.