στεφανωτικός

From LSJ
Revision as of 09:43, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_11)

Χρυσὸς δ' ἀνοίγει πάντα κἂν ᾍδου (κἀίδου) (καὶ χαλκᾶς) πύλας → Aurum omnia aperit, inferûm portas quoqueGold öffnet jedes Tor sogar der Unterwelt | Gold öffnet alles, jedes Tor sogar aus Erz

Menander, Monostichoi, 538
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στεφᾰνωτικός Medium diacritics: στεφανωτικός Low diacritics: στεφανωτικός Capitals: ΣΤΕΦΑΝΩΤΙΚΟΣ
Transliteration A: stephanōtikós Transliteration B: stephanōtikos Transliteration C: stefanotikos Beta Code: stefanwtiko/s

English (LSJ)

ή, όν,= στεφανωματικός, Thphr.HP1.13.3, al.    2 concerning a crown, λόγος Men.Rh. p.422S.    II στεφανωτικόν, τό, money for crowning a tomb, Judeich Altertümer von Hierapolis Nos.133, 195.    III -κά, τά, dub. sens. in POxy.1652 (iii A.D.).

German (Pape)

[Seite 940] bekränzend; ἄνθη, Kranzblumen, Ath. III, 73 a; u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

στεφᾰνωτικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς στεφάνωσιν, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 1. 13, 3, κτλ. ΙΙ. στεφανωτικόν, τό, χρήματα διὰ διαθήκης ὁρισθέντα πρὸς στεφάνωσιν τάφου, Συλλ. Ἐπιγρ. 3912, -16.