στροβιλώδης

From LSJ
Revision as of 19:45, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_4)

ἐρημία μεγάλη 'στὶν ἡ Μεγάλη Πόλις → the Great City is a great wasteland

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στροβῑλώδης Medium diacritics: στροβιλώδης Low diacritics: στροβιλώδης Capitals: ΣΤΡΟΒΙΛΩΔΗΣ
Transliteration A: strobilṓdēs Transliteration B: strobilōdēs Transliteration C: strovilodis Beta Code: strobilw/dhs

English (LSJ)

ες,=

   A στροβιλοειδής, ὄρος Id.Sull. 17; τόποι Ath.Mech.37.4.

German (Pape)

[Seite 955] ες, = στροβιλοειδής, kegelförmig, Plut. Sull. 17.

Greek (Liddell-Scott)

στροβῑλώδης: -ες, συνῃρ. ἀντὶ στροβιλοειδής, Πλουτ. Σύλλ. 17.

French (Bailly abrégé)

ης, ες :
en forme de toupie ou de pomme de pin.
Étymologie: στρόβιλος, -ωδης.